«Μην το μαλώνεις το παιδί»! Φράση που έχει ακουστεί σε κάθε σπίτι. Μόνο που κάποιες φορές το μάλωμα, στο σωστό μέτρο και το σωστό timing, μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά…
Αναλαμβάνεις έναν μαθητή με σκοπό να τον προετοιμάσεις για τις πανελλήνιες εξετάσεις. Οι προσδοκίες από το περιβάλλον του είναι μεγάλες. Η πίεση το ίδιο. Εντούτοις, παραλαμβάνεις έναν λευκό πίνακα. Μία tαbula rasa.
Πρέπει να χτίσεις από το μηδέν. Να ξεκινήσεις από τα θεμέλια και σιγά – σιγά να προσθέτεις με μεγάλη προσοχή τα δομικά υλικά.
Το πρώτο που πρέπει να κάνεις είναι να παρουσιάσεις την μεγάλη εικόνα. Το τελικό σχέδιο. Το ολοκληρωμένο πλάνο. Να δείξεις το μέρος που πρέπει να πας.
Στη συνέχεια πρέπει να φτιάξεις μία καθημερινή ρουτίνα. Έναν τρόπο καθημερινής δουλειάς, που θα φέρει σιγά – σιγά την εξέλιξη. Να φτιάξεις την νοοτροπία, να θέσεις προτεραιότητες.
Διαπιστώνεις ότι το πλάνο αποδίδει. Ο μαθητής τα πιάνει γρήγορα. Αντί να περπατάει, εκείνος αρχίζει να τρέχει. Πρέπει να το διαχειριστείς, έχει φύγει μπροστά από το πλάνο που είχες καταστρώσει.
Το οικογενειακό περιβάλλον το αντιλαμβάνεται και οι προσδοκίες αρχίζουν να μεγαλώνουν ακόμα περισσότερο. Ο ενθουσιασμός το ίδιο. Ο περίγυρος αρχίζει να στρέφει το βλέμμα του προς τα εκεί. Αρχίζει η ζήλια. Οι κολακείες. Αρχίζεις να ανησυχείς, το μυαλό δεν θέλει και πολύ για να φύγει από την θέση του.
Στα περισσότερα τεστ είναι υποδειγματικός. Κάνει αυτά που πρέπει, όπως πρέπει, όσο πρέπει. Οι ημερομηνίες από τις πανελλήνιες πλησιάζουν και όλα δείχνουν να πηγαίνουν ρολόι. Ξέρεις όμως ότι η επιτυχία δεν είναι εξασφαλισμένη.
Στο πρώτο μάθημα πέφτουν θέματα βατά, που θα έπρεπε να αποτελέσουν παιχνιδάκι. Ο μαθητής πνίγεται από το άγχος των προσδοκιών, από την υποχρέωση του «πρέπει». Ανεβάζει παλμούς, οι παλάμες του ιδρώνουν, δεν αναπνέει καλά.
Ξέρει τις απαντήσεις, αλλά κολλάει, δεν μπορεί να τις μεταφέρει στο χαρτί. Αίφνης, τα χέρια δεν υπακούν το μυαλό. Δεν δίνει λευκή κόλλα, αλλά δεν γράφει και αυτό που θα μπορούσε.
Είσαι σε δίλημμα. Μένουν ακόμα κι άλλα μαθήματα. Τίποτα δεν έχει χαθεί, τίποτα δεν έχει κριθεί. Πρέπει να τον χτυπήσεις φιλικά στην πλάτη ή να του ρίξεις ένα γερό ταρακούνημα, ώστε να συνέλθει και να έρθει στα ίσα του; Ποια είναι η καλύτερη ψυχολογική / παιδαγωγική μέθοδος για να μην χαθεί το τρένο;
Τον καταλαβαίνω τον Λουτσέσκου. Μπορώ να μπω στα παπούτσια του, στην λογική του, στο μυαλό του. Μπορώ να καταλάβω την προσπάθεια που έχει ρίξει. Τι παρέλαβε και τι διαμόρφωσε. Τι έχτισε. Τι βλέπει. Τι προσδοκίες έχουν δημιουργηθεί μέσα του.
Μπορώ να καταλάβω τον θυμό του. Την τσαντίλα του. Την οργή του.
Και μπορώ να καταλάβω για ποιο λόγο μετά από μία τόσο κυριαρχική εμφάνιση απέναντι στον Ολυμπιακό ήθελε να μαλώσει την ομάδα και τους παίκτες του.
Ο Ρουμάνος ανοίγει μία μεγάλη προστατευτική αγκαλιά προς το γκρουπ του, όταν τα πράγματα πάνε άσχημα. Επιλέγει να τραβάει σαν αλεξικέραυνο όλους τους κραδασμούς και να επιβαρύνεται ο ίδιος προσωπικά, αφήνοντας την ομάδα του στο απυρόβλητο.
Αυτή τη φορά όμως ένιωθε ότι πρέπει να δημιουργήσει μία τεχνητή ένταση στο εσωτερικό της. Να ξύσει εγωισμούς. Να μαλώσει. Να θυμώσει. Να δει αν υπάρχουν αντανακλαστικά και διάθεση για απαντήσεις.
Πολλές φορές τα πολλά καλά λόγια δημιουργούν εφησυχασμό. Χαλάρωση. Έπαρση.
Ο ΠΑΟΚ έπαιξε τον Ολυμπιακό σαν την γάτα με το ποντίκι. Τον στρίμωξε στα σχοινιά, του προκάλεσε ασφυξία, αλλά ξέχασε να τον βγάλει νοκ-άουτ. Την κρίσιμη στιγμή, οι παίκτες του άρχισαν να λειτουργούν εγωιστικά, εκτός πλάνου και τον άφησαν τελικά να φύγει από το γήπεδο αλώβητος.
Το 3-0 της ΑΕΚ επί του ίδιου αντιπάλου τέσσερις μέρες αργότερα στον πρώτο ημιτελικό κυπέλλου απέδειξε στον ΠΑΟΚ τι ευκαιρία σπατάλησε.
Οι χαμένοι βαθμοί δεν γυρίζουν πίσω, το γάλα χύθηκε. Τώρα πια είναι στο χέρι του μαθητή να δώσει τις απαντήσεις του…