Cookie Consent by Free Privacy Policy Generator
Παρασκευή, 17 Μαΐου, 2024

Έχουμε καταλάβει άραγε ότι ψάχνουμε αθλητικά θαύματα σ΄ ένα παιχνίδι με άνισους όρους;

Τη μικρή εικόνα μπορούμε να την δούμε όλοι από το γήπεδο ή την τηλεόραση. Αν η ομάδα τραβάει. Αν τρέχει. Αν βγάζει συνδυασμούς. Τι σύστημα παίζει. Τι πλάνο έχει ο προπονητής. Ποια η διαχείριση του. Οι αλλαγές του. Οι προσαρμογές του. Το πλάνο του. Σωστή ή λάθος, όλοι μπορούν να έχουν μία άποψη για όλα αυτά.

Πίσω από όλα αυτά, όμως, υπάρχει, όμως και η μεγάλη εικόνα. Η γενεσιουργός αιτία που μπορεί να εξηγήσει και να επηρεάσει όλα τα παραπάνω. Οι ποδοσφαιρικές ομάδες δεν είναι παρά ανώνυμες εταιρίες παραγωγής θεάματος. Με έσοδα και έξοδα. Με ισολογισμούς. Με νούμερα. Με ψυχρή λογική. Εκεί, μπορεί κανείς να αλιεύσει το μεγαλύτερο μέρος της αλήθειας που αναζητά.

Στον τελευταίο ισολογισμό που αφορά το έτος 2022-23, η ΑΕΚ εμφάνισε μία εντυπωσιακή αύξηση εσόδων από τα εισιτήρια (κανονικά και διαρκείας), που από τα 3.723.556 εκτοξεύτηκαν στα 16.411.862 ευρώ!

Το ανάλογο έσοδο του ΠΑΟΚ για την ίδια χρονική περίοδο, σύμφωνα με τα δικά του στοιχεία στον ισολογισμό που είναι προσβάσιμος από όλους μέσω της ιστοσελίδας του Γ.Ε.ΜΗ. ήταν 4.268.113 ευρώ.

Είναι μία σεζόν, στην οποία η Ένωση δεν έπαιξε Ευρώπη και ο ΠΑΟΚ έδωσε μόλις ένα εντός έδρας ευρωπαϊκό παιχνίδι, αυτό με την Λέφσκι Σόφιας.

Με το νέο γήπεδο η ΑΕΚ έφτασε να τζιράρει περίπου 820.000 ευρώ σε κάθε εντός έδρας παιχνίδι (τα δύο πρώτα τα έδωσε στην Ριζούπολη), χωρίς να υπολογίζονται όλα τα υπόλοιπα εμπορικά έσοδα από την χρήση του, νούμερο εξωπραγματικά για ελληνικά δεδομένα!

Έχοντας σχεδόν τετραπλάσια έσοδα από τα εισιτήρια, χάρη στο νέο γήπεδο, η Ένωση ξεκίνησε το περασμένο καλοκαίρι με ένα γιγάντιο στρατηγικό πλεονέκτημα απέναντι στον ΠΑΟΚ, αλλά και στον εγχώριο ανταγωνισμό.

Η ζημία των ασπρόμαυρων από την περσινή χρήση μετά φόρων υπολογίστηκε στα 22.455.138 ευρώ, της ΑΕΚ που επίσης δεν έπαιξε Ευρώπη ήταν «μόλις» 4.003.895 ευρώ.

Ίσως έτσι γίνεται αντιληπτό γιατί ο ΠΑΟΚ επέλεξε να κινηθεί μεταγραφικά με σύνεση, φειδώ και κράτει το περασμένο καλοκαίρι και άνοιξε την κάνουλα, μόλις εξασφάλισε είσοδο στους ομίλους και γιατί η Ένωση είχε την άνεση να απορρίπτει προσφορές άνω των 20 εκατομμυρίων ευρώ για τον Λιβάι Γκαρσία και να δίνει 6 εκατομμύρια ευρώ για να αποκτήσει τα δικαιώματα του Πινέδα και άλλα 4 για να παίρνει ως δεύτερο επιθετικό τον Πόνσε.

Θα αναρωτηθεί κανείς: «Και γιατί δεν βάζουν λεφτά ο Σαββίδης και ο Μελισσανίδης για να καλύψουν την… χασούρα;» Διότι, πολύ απλά και να θέλουν, δεν μπορούν. Είναι τόσο αυστηρό το πλαίσιο του Financial Fair Play, που η δυνατότητα αυτή υπάρχει ως ένα σημείο.

Για να το κάνουμε πιο λιανά. Στο σύγχρονο ποδόσφαιρο το τι ομάδα έχεις, εξαρτάται από το τι έσοδα έχεις. Το τι ομάδα μπορείς να χτίσεις, εξαρτάται από τα χρήματα που μπορείς να εμφανίσεις ως εισροές.

Έχοντας ένα παλιό και δυσλειτουργικό γήπεδο και με την ακρίβεια να διαλύει τις τσέπες του μέσου οπαδού, ο ΠΑΟΚ έχει συγκεκριμένο ταβάνι στα έσοδα από τα εισιτήρια.

Ιστορικά, έχει σχεδόν εχθρική αντιμετώπιση όταν διαπραγματεύεται τηλεοπτικό συμβόλαιο. Η αγορά δεν του φέρεται με τον ίδιο τρόπο χορηγικά / εμπορικά, όπως στις ομάδες της Αθήνας και του Πειραιά.

Με άλλα λόγια, ο ΠΑΟΚ είναι υποχρεωμένος να παράγει υπεραξία. Να φέρνει έσοδα από τα αποτελέσματα της ομάδας του. Να καλύπτει μέρος της ελληνικής δυστοπίας απέναντι του με ακριβές πωλήσεις παικτών, που εξελίσσει ο ίδιος.

Ας το πούμε χοντρικά. Ζητάμε από μία «εταιρία» που μπορεί να ξοδεύει 20 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο να μπορεί να συναγωνίζεται στα ίσα και να κερδίζει τίτλους από ομάδες που έχουν την δυνατότητα να ξοδεύουν 30, 35, 40 και 50 εκατομμύρια ευρώ ετησίως, χάρη και στον αυξημένο βαθμό επιρροής και διείσδυσης στην ελληνική δημόσια σφαίρα.

Έχουμε καταλάβει άραγε ότι ψάχνουμε, επιζητούμε, περιμένουμε αθλητικά θαύματα σε ένα παιχνίδι με άνισους όρους; Ο καθένας μπορεί να κατηγορεί τον Σαββίδη, τον Λουτσέσκου, την ΠΑΕ, τον Σαμάτα, τον Μουργκ, τις μεταγραφές, τις εμμονές, τις αλλαγές, τους πάντες.

Η μεγάλη εικόνα λέει ότι η εταιρία που λέγεται ΠΑΟΚ για να μπορεί να συναγωνιστεί στα ίσα τον εγχώριο ανταγωνισμό, πρέπει να βρει τρόπο να αυγατίσει τα έσοδα της, να μεγαλώσει, να εξελιχθεί, να υπερπηδήσει τα εμπόδια που της βάζουν σε κάθε βήμα.

Διαφορετικά, θα εξακολουθεί να παίζει σε ένα άνισο παιχνίδι, ψάχνοντας θαύματα και υπερβάσεις. Οι περισσότεροι θεωρούν την φετινή χρονιά αποτυχημένη. Εγώ, προσωπικά, εξακολουθώ να την θεωρώ υπερβατική, απέναντι σε τρεις ανταγωνιστές που ότι ποδοσφαιρικά λάθη κι αν κάνουν, έχουν την πολυτέλεια να τα διορθώνουν, χάρη στους τρόπους να εμφανίζουν έσοδα.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Στην ίδια κατηγορία

Exit mobile version